ΕΠΟΜΕΝΟΙ ΤΟΙΣ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΑΣΙ

Στήν ἐποχή μας γίνεται - ὡς μή ὤφελε – μεγάλη συζήτηση στούς θεολογικούς κύκλους γιά τήν σημασία τῶν ἔργων τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας· ὁρισμένοι τόν θεωροῦν παρωχημένο, ἄλλοι πάλι ὑπεραμύνονται αὐτοῦ, σέ βαθμό νά περιβάλλουν κάθε ρήση, ἀκόμα καί σύγχρονων γεροντάδων, μέ αὐθεντία ἡ ὁποία δέν προσιδιάζει στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Στήν διελκυνστίδα αὐτή στρατεύονται ἀρκετοί ἐκ τῶν πιστῶν ἀναμασώντας συνθηματικά τίς ἑκατέρωθεν διατυπούμενες θέσεις, καθότι στήν πλειονότητά τους δέν ἔχουν μελετήσει τά ἔργα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, καί ὡς ἐκ τούτου ἀγνοοῦν τόν πλοῦτο τῆς ἁγιοπατερικῆς διδασκαλίας καί τή σχέση της μέ τήν Παράδοση τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. 
Ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας καί τῶν ὅρων τῶν ἁγίων καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων καταδεικνείει «τήν μέσην καί βασιλικήν τρῖβον», τήν αὐθεντία τῆς Ἐκκλησίας ἀποφαινομένης ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι καί τήν ἀσφάλεια τῶν πιστῶν, ὅταν βαδίζουν αὐτήν τήν ὁδό «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατράσι» καί «μή μεταίρoντες ὅρια, ἅ οἱ πατέρες ἔθεντο».

Παραμύθι(α) δίχως δράκο



Ανέστη Χριστός, και συ μού λες πως ελπίς δεν υπάρχει·
εξέλαμψε φως, και μού δείχνεις τα σκότη·
χαράς τα πάντα επλήρωσε, και συ με ποτίζεις με λύπη·
εσκόρπισε χάριν, και συ ως κριτή τον προβάλλεις·
ληστήν υποδέχεται, κι εμένα απόβλητον λέγεις·
συγγνώμη παρέχει, και πάλι ενοχές με γεμίζεις·
στα όρη με βρήκε, και συ για πάντα χαμένο με δείχνεις·
χαρίζεται φίλοις, και συ ως οφειλέτη με θλίβεις·
έλεον επιχέει, κι εμένα κριτή του πλησίον με θέτεις·
το χρέος αφίησι, και συ την οργή προς τους φίλους κηρύττεις·
αλήθειαν δίδει, και συ φαρισαίο με κάνεις·
πίστιν αιτείται, και συ απιστίαν χαλκεύεις·
αγάπην κηρύσσει, κι εμέ σκληροκάρδιο θέλεις·
«Λάβετε, φάγετε» λέγει, και συ μακριά με κρατείς με προφάσεις·
ο νόμος παρήλθε, και συ με τον νόμο με δένεις·
Ζωή εκ του τάφου ανέστη, και συ επιμόνως τον θάνατο δείχνεις·
Θεός εξηγέρθη του τάφου, και συ την αμαρτία ανίκητη λέγεις·
τον Άδην ενέκρωσε, και συ την ψυχή μου στον άδη ωθείς.
Αρχέκακε όφι, μισάνθρωπε δαίμων και πλάνε,
καλό το παραμύθι σου, αλλά δεν έχει δράκο·
την γαρ κεφαλή σου συνέτριψε ο πατήσας τον θάνατον.
Χαίρω λοιπόν και εν πίστει βοώ προς αυτόν:
«Κατεπόθη ὁ θάνατος εἰς νῖκος
τῇ ἐκ νεκρῶν ἐγέρσει σου͵ Χριστὲ ὁ Θεός·
διὸ οἱ τῷ πάθει σου ἐγκαυχώμενοι͵
ἀεὶ ἑορτάζοντες εὐφραινόμεθα καὶ ἀγαλλιῶντες βοῶμεν·
“Ἀνέστη ὁ Κύριος”». (Άγ. Ρωμανός ο Μελωδός)


π. Χερουβείμ Βελέτζας
Απλά και Ορθόδοξα



Λὀγος εἰς τήν Ἀνάστασιν - Μεγάλου Αθανασίου

Μεγάλου Αθανασίου

Λόγος εις την Ανάστασιν του σωτήρος ημών Ιησού Χριστού
και εις τους νεοφωτίστους


(Απόδοση στη Νεοελληνική: π. Χερουβείμ Βελέτζας)


Τώρα αγγέλων χοροί, τώρα αγγέλων σκιρτήματα, στεφανοφορεμένοι και επιτελούντες την πνευματική πανήγυρη, έχουν ανείπωτη, όπως πρέπει, ηδονή. Ακούς «ο Χριστός ανέστη εκ νεκρών» και θαυμάζεις. Βλέπε τους συγγενείς σου που μέσα σε μια ώρα πέθαναν για την αμαρτία και έζησαν εν Χριστώ, και πολύ περισσότερο λάβε την σωτηρία μένοντας έκπληκτος από την δύναμη 1· διότι εκείνος (ανέστη) τριήμερος, αυτοί δε διά τριπλής επικλήσεως.

Ανέλαβε ο κεραμεύς τον πηλό που έπεσε, δεν άφησε το σπασμένο αγγείο να απορριφθεί εντελώς, δεν το περιφρόνησε επειδή έσπασε μία φορά· γιατί βέβαια έσπασε, όμως δεν είχε ακόμη παραδοθεί στην φωτιά· το έκανε άλλο αγγείο, κατασκευάζοντας σκεύος εύχρηστο για τον εαυτό του.

Όλους αυτούς αιχμαλώτισε ο διάβολος, όλους αυτούς ελευθέρωσε ο Χριστός, όλους αυτούς πρόδωσε η προπέτεια της Εύας, όλους αυτούς έδειξε ελεύθερους ο υιός της Μαρίας. Δεν αγγίξαμε μαζί με τον Αδάμ το δένδρο, κι όμως αμαρτήσαμε μαζί του. Δεν σταυρωθήκαμε μαζί με τον Χριστό, κι όμως αναστηθήκαμε μαζί του. Εκεί ζώντες μαζί πεθάναμε, εδώ αφού ταφήκαμε μαζί αναστηθήκαμε. Παρόλο που δεν διαπράξαμε αμαρτία, τότε αμαρτήσαμε· παρόλο που δεν πράξαμε κάτι καλό, τώρα δικαιωθήκαμε.

Μήνυμα εις την Ανάστασιν

του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κερκυρας, Παξών
και διαποντίων Νήσων κ. Νεκταρίου


Παιδιά μου εν Κυρίω αγαπητά,
«Αὔτη ἡ κλητή καί ἁγία ἡμέρα, ἡ μία τῶν σαββάτων, ἡ βασιλίς καί κυρία· ἑορτῶν ἑορτή καί πανήγυρις ἐστι πανηγύρεων». Σήμερα η Εκκλησία μας εορτάζει, σήμερα οι χριστιανοί πανηγυρίζουμε, από περάτων έως περάτων της γης· σήμερα έλαμψε στην οικουμένη το ανέσπερο φως της Αναστάσεως του Κυρίου μας· σήμερα ο Χριστός ελευθέρωσε όλους τους ανθρώπους από τα δεσμά της αμαρτίας. Ως απόγονοι του Αδάμ, κληρονόμοι της εξορίας του ήμασταν· ως μέλη Χριστού, γινόμαστε συγκληρονόμοι της αιωνίου ζωής, και της Βασιλείας του Θεού. Και όλα τούτα μάς τα προσφέρει ο Θεός όχι επειδή τα αξίζαμε ούτε γιατί τα κερδίσαμε με αγώνες, αλλά από την άπειρη αγάπη και φιλανθρωπία του προς εμάς.

Γέροντες και «γέροντες»

φωτογραφία από www.agioskosmas.gr

«Εἶπεν γέρων...»
Με την φράση αυτή αρχίζουν πλείστες όσες διηγήσεις του Γεροντικού. Αναφέρεται σε αγιασμένους ασκητές της ερήμου, οι οποίοι έλιωσαν στην άσκηση επί δεκαετίες, πάλεψαν με τον διάβολο και με τα στοιχεία της φύσης και σε κάποια περίσταση εξέφρασαν την ασκητική τους εμπειρία. Γέροντες, ηλιοκαμμένοι, πολιοί, ασκητές όσο δεν πάει άλλο, σεβάσμιοι εξαιτίας της αρετής τους, των αγώνων, των νικηφόρων παλαισμάτων τους. Γέροντες είναι και οι ηγούμενοι μοναστηριών με πολυπληθείς αδελφότητες - εξάλλου ποιόν άλλο θα επέλεγαν οι μοναστές για γέροντά τους και ηγούμενο, παρά τον δοκιμασμένο, τον πλέον ενάρετο και σεβάσμιο ανάμεσά τους;