«εἶδεν ἐκεῖ ἄνθρωπον οὐκ ἐνδεδυμένον ἔνδυμα γάμου»


Κυριακή ιδ' Ματθαίου (5-9-2015)


«εἶδεν ἐκεῖ ἄνθρωπον οὐκ ἐνδεδυμένον ἔνδυμα γάμου» (Ματθ. 22.11)


Η σημερινή περικοπή από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου μάς αφηγείται μία παραβολή του Χριστού, την οποία ασφαλώς έχουμε ακούσει πολλές φορές. Μάς λέει ότι η Βασιλεία του Θεού μοιάζει με βασιλέα, ο οποίος έκανε τους γάμους του γιου του και προσκάλεσε πολλούς, οι οποίοι ωστόσο αμέλησαν και αδιαφόρησαν. Κάποιοι μάλιστα έδεσαν και σκότωσαν τους αγγελιοφόρους, και για τον λόγο αυτό ο βασιλιάς εκείνος έστειλε στρατό και τούς κατέστρεψε μαζί με την πόλη τους. Έστειλε πάλι τους υπηρέτες του και κάλεσε στους γάμους όλους όσους βρήκαν στους δρόμους και στις πλατείες, πονηρούς και αγαθούς, και γέμισε το τραπέζι. Όταν μπήκε ο βασιλιάς, είδε κάποιον άνθρωπο που δεν φορούσε ένδυμα γάμου και τον ρώτησε «φίλε, πώς ήλθες έτσι ντυμένος;». Εκείνος αποστομώθηκε. Τότε ο βασιλιάς διέταξε τους διακόνους του και έδεσαν τον άνθρωπο εκείνο και τον έβγαλαν έξω, στο σκοτάδι που κάνει τα δόντια να τρίζουν. Η παραβολή κλείνει με τη φράση «διότι πολλοί μεν είναι οι καλεσμένοι, λίγοι όμως οι εκλεκτοί».

Συνήθως, όταν ακούμε ετούτη την παραβολή, νομίζουμε ότι η περίπτωση του μη έχοντος ένδυμα γάμου δεν αφορά σε εμάς, επειδή είμαστε πιστοί χριστιανοί, βαπτισμένοι στο όνομα της Αγίας Τριάδος, και αγωνιζόμαστε να ζούμε καταπώς λέει το Ευαγγέλιο. Η πεποίθηση αυτή αποτελεί πλάνη του πονηρού, και μοιάζει με τη στάση του Φαρισαίου που πήγε να προσευχηθεί στο ναό, απαριθμώντας τις αρετές του. Δεν αρκεί ότι κληθήκαμε από τον Κύριο, δεν αρκεί ότι αποδεχθήκαμε την κλήση και με το βάπτισμα συνταχθήκαμε με τον Χριστό, γιατί ανά πάσα στιγμή κινδυνεύουμε να διαρρήξουμε το λευκό χιτώνα του βαπτίσματος, θέτοντας έτσι τον εαυτό μας στην κατάσταση του αναπολόγητου καλεσμένου. Μάς κάλεσε όλους ο Θεός, δίκαιους και πονηρούς, να αποθέσουμε κάθε κακία και αμαρτία και να ενδυθούμε το ένδυμα του γάμου, όχι για να επιστρέψουμε σε αυτή. Γι αυτό και ο απόστολος Παύλος θα πει: «παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς ἐγὼ ὁ δέσμιος ἐν Κυρίῳ, ἀξίως περιπατῆσαι τῆς κλήσεως ἧς ἐκλήθητε, μετὰ πάσης ταπεινοφροσύνης καὶ πρᾳότητος, μετὰ μακροθυμίας, ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ, σπουδάζοντες τηρεῖν τὴν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης» (Ἐφεσ. Δ΄ 1-3). Χρειάζεται δηλαδή να έχουμε ταπεινοφροσύνη, πραότητα, μακροθυμία, αγάπη, και ενότητα μεταξύ μας.

Ας προσέξουμε, λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, όσοι έχουμε λάβει το όνομα της πίστεως και αξιωθήκαμε να ονομαζόμαστε λαός του Χριστού, ώστε να μη αθετήσουμε την κλήση μας μήτε να καταλερώσουμε την πίστη μας με άτοπα έργα. Δεν αρκεί μόνο να λέγεται ότι κάποιος είναι πιστός, αλλά ας κάνουμε έμπρακτα φανερή την πίστη μας. Aς θυμηθούμε την αποταγή και την σύνταξη που συνέβη κατά το Βάπτισμα. Αποκηρύξαμε τον διάβολο, και τους αγγέλους αυτού, και όλη τη λατρεία αυτού. Ας τηρήσουμε την απόταξη κι ας μη επιστρέψουμε σαν τον σκύλο στον ίδιο του τον εμετό. Έργα του διαβόλου είναι μοιχείες, πορνείες, ακαθαρσίες, φθόνοι, έριδες, φιλονικίες, υποκρισίες, κουτσομπολιά, ειρωνίες, θυμοί, μνησικακίες, κατακρίσεις, βλασφημίες, επικλήσεις «πνευμάτων», φλυαρίες. Και τα σημάδια της απιστίας είναι ασπλαγχνία, προσκόλληση, αντιπάθειες, φιληδονίες, τσιγκουνιές, καλλωπισμοί, μέθες. Και η πομπή του διαβόλου είναι οι υπερηφάνειες, κενοδοξίες, εγωισμός, έπαρση, τύφλωση, επίδειξη, καλλωπισμός του σώματος. Αφού απαρνηθούμε την κοινωνία με όλα αυτά, ας ζηλέψουμε τις αντίθετες από αυτά αρετές όπως έχουμε συνταχθεί με τον Χριστό: αγνεία, σωφροσύνη, πτωχεία, υπομονή, ειρήνη, αγάπη, συμπάθεια, ελεημοσύνη, αυτά στα οποία κατοικούν οι ευφραινόμενοι [1]. Αν τηρούμε τα παραπάνω, τότε θα είμαστε όχι απλά κλητοί αλλά και εκλεκτοί, δηλαδή καλλωπισμένοι με το ένδυμα των αρετών, το οποίο μάς καθιστά ευπρόσδεκτους στο δείπνο της Βασιλείας των Ουρανών.

Ας προσέξουμε μάλιστα και το εξής: το δείπνο αυτό δεν αναφέρεται μόνο στη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού· είναι η Θεία Ευχαριστία, στην οποία καλούμαστε όλοι να συμμετέχουμε αξίως. Το εξηγεί αυτό ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο οποίος λέει ότι η ερώτηση του Βασιλιά απευθύνεται τώρα προς όλους εμάς, που στεκόμαστε ενώπιον του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας με αναισχυντία και ιταμότητα, χωρίς δηλαδή να μεταλαμβάνουμε το σώμα και το αίμα του Χριστού. Εάν κάποιος προσκληθεί σε συνεστίαση και νίψει τα χέρια του και καθίσει αλλά μετά δεν συμμετέχει, δεν υβρίζει εκείνον που τον κάλεσε; Ομοίως και εσύ, ήλθες, έψαλλες τους ύμνους, δεν αναχώρησες μαζί με τους μετανοούντες και δεν μετέχεις της τραπέζης; - Είμαι ανάξιος, θα πεις. Γι αυτό σάς παρακαλώ όχι να μη προσέρχεσθε στη Θεία Λειτουργία αλλά να καταστήσετε τον εαυτό σας άξιο και της προσελεύσεως και της Θείας Μεταλήψεως. Μάς κάλεσε στους ουρανούς και στην τράπεζα του βασιλέως του μεγάλου και θαυμαστού, και εμείς δεν θα σπεύσουμε ούτε θα επιμεληθούμε τον εαυτό μας; τότε ποια ελπίδα σωτηρίας έχουμε; Ας μη επικαλούμαστε ασθένεια ή την ανθρώπινη φύση μας, γιατί αναξίους μάς καθιστά μόνο η ραθυμία. Αυτά για εμάς έχουν ειπωθεί. Ο δε Κύριος, ο οποίος δίνει το πνεύμα της κατανύξεως, ας δώσει κατάνυξη και συναίσθηση στις καρδιές μας, ώστε να παρευρισκόμαστε μετά παρρησίας και ακατακρίτως ενώπιόν του και να αξιωθούμε της επουρανίου Βασιλείας [2]. Αμήν.

π. Χ.Β.
----------
[1] Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, Λόγος εις την ξηρανθείσαν συκήν, PG 96.585.
[2] Βλ. Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ερμηνεία εις την προς Εφεσίους επιστολήν, PG 62.29 εξ.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου